επιτριμερής

επιτριμερής
-ές (Α ἐπιτριμερής)
νεοελλ.
μουσ. φρ. «επιτριμερής λόγος» — ο αριθμητικός και αρμονικός λόγος τής στην φυσική διατονική κλίμακα παραγόμενης διά εξ μικρής τέλειας συμφωνίας (5 / 8)
αρχ.
ο αριθμός που περιέχει έναν ακέραιο και επί πλέον τα τρία τέταρτά του (1 3 / 4).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ἐπιτριμερής — containing masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιτριμερεῖ — ἐπιτριμερής containing masc/fem/neut nom/voc/acc dual (attic epic) ἐπιτριμερής containing masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιτριμερεῖς — ἐπιτριμερής containing masc/fem acc pl ἐπιτριμερής containing masc/fem nom/voc pl (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιτριμερές — ἐπιτριμερής containing masc/fem voc sg ἐπιτριμερής containing neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιτριμεροῦς — ἐπιτριμερής containing masc/fem/neut gen sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιτριμερῶν — ἐπιτριμερής containing masc/fem/neut gen pl (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τετραπλασιεπιτριμερής — ές, Α ο τέσσερεις και 3/4 φορές μεγαλύτερος. [ΕΤΥΜΟΛ. < τετραπλάσιος + ἐπιτριμερής] …   Dictionary of Greek

  • τριπλασιεπιτριμερής — ές, Α (για αριθμό) τρεις φορές και τρία τέταρτα μεγαλύτερος από άλλον. [ΕΤΥΜΟΛ. < τριπλάσιος + ἐπιτριμερής] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”